O Ευρωπαϊκός Νότος δημοσιεύει άμεσα κάθε σχόλιο. Θεωρούμε ότι ο κάθε αναγνώστης έχει το δικαίωμα να εκφράζει ελεύθερα τις απόψεις του. Ωστόσο, τονίζουμε ρητά ότι δεν υιοθετούμε τις απόψεις αυτές καθώς εκφράζουν αποκλειστικά τον εκάστοτε σχολιαστή.


Τρίτη 23 Σεπτεμβρίου 2014

Το Γενικό Δικαστήριο ακυρώνει την εγγραφή δημοσιογράφου, υπηκόου Λευκορωσίας, στον κατάλογο των προσώπων τα οποία αφορούν τα περιοριστικά μέτρα κατά της Λευκορωσίας



Το Συμβούλιο προσέβαλε τα δικαιώματα άμυνας του δημοσιογράφου και  υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως των λόγων τους οποίους έλαβε υπόψη εις βάρος του
Ο Aliaksei Mikhalchanka είναι υπήκοος Λευκορωσίας, δημοσιογράφος στον δημόσιο τηλεοπτικό σταθμό Obshchenatsionalnoe Televidenie (ONT). Κατόπιν της εξαφανίσεως προσωπικοτήτων, νοθευμένων εκλογών και σοβαρών παραβιάσεων των ανθρωπίνων δικαιωμάτων στη Λευκορωσία, το Συμβούλιο αποφάσισε να λάβει περιοριστικά μέτρα (απαγόρευση εισόδου ή διελεύσεως από το έδαφος της Ευρωπαϊκής Ένωσης και δέσμευση κεφαλαίων)
κατά διαφόρων υπηκόων Λευκορωσίας. Το 2011, το Συμβούλιο έλαβε τέτοιου είδους μέτρα κατά του Α. Mikhalchanka για τον ακόλουθο λόγο: «Υψηλά ιστάμενος δημοσιογράφος με μεγάλη επιρροή στη δημόσια τηλεόραση, ONT»[1]. Το 2012, το Συμβούλιο διατήρησε τα μέτρα αυτά τροποποιώντας την αιτιολογία ως εξής: «Δημοσιογράφος με επιρροή του κρατικού τηλεοπτικού σταθμού ONT. Παρουσιαστής του τηλεοπτικού προγράμματος ‘Έτσι έχουν τα πράγματα (That is how it is)’. Η εκπομπή αυτή είναι μέσο της κρατικής προπαγάνδας, μέσω της τηλεοράσεως, η οποία στηρίζει και δικαιολογεί την καταστολή της δράσης των αντιφρονούντων και της κοινωνίας των πολιτών. Οι αντιφρονούντες και η κοινωνία των πολιτών παρουσιάζονται συστηματικά με αρνητικό και απαξιωτικό τρόπο, μέσω της χρήσης παραποιημένων πληροφοριών. [Ο Α. Mikhalchanka] διαδραμάτισε ιδιαίτερα ενεργό ρόλο συναφώς μετά την καταστολή των ειρηνικών διαδηλώσεων της 19ης Δεκεμβρίου 2010 και των διαμαρτυριών που ακολούθησαν»[2]. Ο Α. Mikhalchanka ζητεί την ακύρωση των εγγραφών αυτών.
Με την αυθημερόν απόφασή του, το Γενικό Δικαστήριο κάνει δεκτή την προσφυγή ακυρώσεως του Α. Mikhalchanka[3].
Πρώτον, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι τα δικαιώματα άμυνας του Α. Mikhalchanka παραβιάστηκαν κατά τη διατήρηση των περιοριστικών μέτρων το 2012. Συγκεκριμένα, εφόσον οι λόγοι που ελήφθησαν υπόψη το 2012 έχουν διατυπωθεί διαφορετικά από αυτούς που ελήφθησαν υπόψη το 2011, το Συμβούλιο υποχρεούνταν να πληροφορήσει προηγουμένως τον Α. Mikhalchanka για τα νέα στοιχεία που θα ελάμβανε υπόψη εις βάρος του. Καθόσον τα μέτρα του 2012 δεν αποτέλεσαν το αντικείμενο ανακοινώσεως στον Α. Mikhalchanka πριν από τη λήψη τους, ο Α. Mikhalchanka δεν ήταν σε θέση να παρουσιάσει επωφελώς την άποψή του πριν από την έκδοση των οικείων πράξεων.
Δεύτερον, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι το Συμβούλιο υπέπεσε σε πλάνη εκτιμήσεως όσον αφορά τους λόγους που έλαβε υπόψη του το 2011. Αντιθέτως προς όσα αναφέρονται στα μέτρα του 2011, από την ανάλυση των στοιχείων της δικογραφίας δεν προκύπτει ότι ο Α. Mikhalchanka είναι υψηλά ιστάμενος δημοσιογράφος. Ο Α. Mikhalchanka δεν ασκεί τη δημοσιογραφική του δραστηριότητα σε ιεραρχικώς υψηλή θέση στο οργανόγραμμα του ONT, αλλά είναι μάλλον εξειδικευμένος δημοσιογράφος, πολιτικός σχολιαστής στη διεύθυνση πληροφοριών του ONT και παρουσιαστής του τηλεοπτικού προγράμματος «Kak Est». Ούτε το Συμβούλιο κοινοποίησε στοιχεία δυνάμενα να αποδείξουν την επιρροή, τον συγκεκριμένο αντίκτυπο και την ευθύνη που θα μπορούσε να έχει ο Α. Mikhalchanka καθώς και, ενδεχομένως, το τηλεοπτικό πρόγραμμα το οποίο παρουσίαζε στις παραβιάσεις των διεθνών εκλογικών κανόνων και στην καταστολή της κοινωνίας των πολιτών και της δημοκρατικής αντιπολίτευσης. Επομένως, στα προσκομισθέντα από το Συμβούλιο έγγραφα δεν αναφέρεται ότι το πρόγραμμα «Kak Est» είχε σημαντικό τηλεοπτικό κοινό ούτε ότι ο Α. Mikhalchanka ήταν δημοσιογράφος με τόσο σημαντική επιρροή στα μέσα ενημέρωσης της Λευκορωσίας ώστε έφερε μέρος της ευθύνης των παραβιάσεων των διεθνών εκλογικών κανόνων και της καταστολής της κοινωνίας των πολιτών και της δημοκρατικής αντιπολίτευσης. Συνεπώς, το Συμβούλιο δεν προσκόμισε κανένα αποδεικτικό στοιχείο για να αποδείξει την επιρροή του εν λόγω προγράμματος στα μέσα ενημέρωσης της Λευκορωσίας.


[1] Απόφαση 2011/69/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 31ης Ιανουαρίου 2011, για την τροποποίηση της απόφασης 2010/639/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου σχετικά με περιοριστικά μέτρα εις βάρος ορισμένων αξιωματούχων της Λευκορωσίας (ΕΕ L 28, σ. 40), εκτελεστική απόφαση 2011/174/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 21ης Μαρτίου 2011, για την εφαρμογή της απόφασης 2010/639/ΚΕΠΠΑ σχετικά με περιοριστικά μέτρα εις βάρος ορισμένων αξιωματούχων της Λευκορωσίας (ΕΕ L 76, σ. 72) και εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 271/2011 του Συμβουλίου, της 21ης Μαρτίου 2011, για την εφαρμογή του άρθρου 8α, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 765/2006 όσον αφορά περιοριστικά μέτρα εις βάρος του Προέδρου Λουκασένκο και ορισμένων αξιωματούχων της Λευκορωσίας (ΕΕ L 76, σ. 13).
[2] Απόφαση 2012/642/ΚΕΠΠΑ του Συμβουλίου, της 15ης Οκτωβρίου 2012, σχετικά με περιοριστικά μέτρα κατά της Λευκορωσίας (ΕΕ L 285, σ. 1), και εκτελεστικός κανονισμός (ΕΕ) 1017/2012 του Συμβουλίου, της 6ης Νοεμβρίου 2012, για την εφαρμογή του άρθρου 8α, παράγραφος 1, του κανονισμού (ΕΚ) 765/2006 σχετικά με περιοριστικά μέτρα εις βάρος της Λευκορωσίας (ΕΕ L 307, σ. 7).
[3] Με την αυθημερόν απόφασή του (υπόθεση T-646/11, Ipatau κατά Συμβουλίου), το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει την προσφυγή ακυρώσεως άλλου υπηκόου Λευκορωσίας, του Vadzim Ipatau. Ο εν λόγω υπήκοος είχε εγγραφεί στους σχετικούς καταλόγους, διαδοχικώς, για τους εξής λόγους: «Υποδιευθυντής της κεντρικής εκλογικής επιτροπής [CEC]», κατόπιν «Αντιπρόεδρος της [CEC]. Με την ιδιότητα του μέλους της [CEC], είναι συνυπεύθυνος των παραβιάσεων των διεθνών εκλογικών κανόνων στο πλαίσιο των προεδρικών εκλογών της 19ης Δεκεμβρίου 2010». Στην υπόθεση αυτή, το Γενικό Δικαστήριο κρίνει, κατ’ ουσίαν, ότι το Συμβούλιο δεν προσέβαλε τα δικαιώματα άμυνας του V. Ipatau, ότι αιτιολόγησε επαρκώς τις πράξεις που εξέδωσε κατά του V. Ipatau και δεν υπέπεσε σε καμία πλάνη εκτιμήσεως.

Δεν υπάρχουν σχόλια:

Δημοσίευση σχολίου