Η ΕΚΤ δεν έχει την
αναγκαία αρμοδιότητα για την επιβολή τέτοιας υποχρεώσεως στους κεντρικούς
αντισυμβαλλομένους που παρεμβαίνουν στην εκκαθάριση χρηματοπιστωτικών τίτλων
Το Ευρωσύστημα περιλαμβάνει
την Ευρωπαϊκή Κεντρική Τράπεζα (ΕΚΤ) και τις εθνικές κεντρικές τράπεζες των
κρατών που έχουν υιοθετήσει ως κοινό νόμισμα το ευρώ. Στις 5 Ιουλίου 2011, η ΕΚΤ
δημοσίευσε στον ιστότοπό της το πλαίσιο του Ευρωσυστήματος για την επίβλεψη, το
οποίο περιγράφει τον ρόλο του Ευρωσυστήματος ως προς την επίβλεψη των «συστημάτων
πληρωμών, εκκαθάρισης και διακανονισμού». Κατά την ΕΚΤ, η επίβλεψη όλων των συστημάτων
και υποδομών αυτών εμπίπτει στο καθήκον που της αναθέτει η Συνθήκη ΛΕΕ για την προώθηση
της ομαλής λειτουργίας των συστημάτων πληρωμών και απορρέει από το άρθρο 22 του
καταστατικού του Ευρωσυστήματος και της ΕΚΤ το οποίο προβλέπει ότι «[η] ΕΚΤ
μπορεί να θεσπίζει κανονισμούς με σκοπό την εξασφάλιση αποτελεσματικών και
υγιών συστημάτων συμψηφισμού και πληρωμών, εντός της Ένωσης και με άλλες χώρες».
Η ΕΚΤ διευκρινίζει στο
πλαίσιο για την επίβλεψη ότι τα συστήματα διακανονισμού τίτλων και τα συστήματα
εκκαθάρισης μέσω κεντρικών αντισυμβαλλομένων (στο εξής: κεντρικοί
αντισυμβαλλόμενοι)[1]
αποτελούν ουσιώδη στοιχεία του χρηματοπιστωτικού συστήματος. Τυχόν οικονομικό,
νομικό ή λειτουργικό πρόβλημά τους θα μπορούσε να δημιουργήσει συστημική
διαταραχή στο χρηματοπιστωτικό σύστημα. Αυτό ισχύει ιδίως για τους κεντρικούς
αντισυμβαλλομένους, καθόσον αποτελούν εστία πιστωτικών κινδύνων και κινδύνων
ρευστότητας. Στο πλαίσιο για την επίβλεψη τονίζεται ότι τυχόν δυσλειτουργία των
εκτός της ζώνης του ευρώ υποδομών ενδέχεται να έχει αρνητικές συνέπειες στα
εντός της ζώνης του ευρώ συστήματα πληρωμών, παρά το ότι το Ευρωσύστημα δεν
μπορεί να ασκήσει άμεση επιρροή στις υποδομές αυτές. Κατά συνέπεια, η ΕΚΤ
συνάγει οι υποδομές που προβαίνουν στον διακανονισμό συναλλαγών σε ευρώ πρέπει
να έχουν συσταθεί νόμιμα στη ζώνη του ευρώ και οι ουσιώδεις λειτουργίες τους
πρέπει να ελέγχονται και να διευθύνονται εντός της ζώνης αυτής.
Η ΕΚΤ διευκρινίζει ότι
η πολιτική αυτή για τον τόπο εγκατάστασης αφορά τους κεντρικούς αντισυμβαλλομένους
οι οποίοι, κατά μέσο όρο, έχουν καθαρό ημερήσιο πιστωτικό άνοιγμα άνω των 5 δισεκατομμυρίων
ευρώ σε μία από τις κύριες κατηγορίες προϊόντων σε ευρώ.
Το Ηνωμένο Βασίλειο
άσκησε προσφυγή ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης προβάλλοντας,
μεταξύ άλλων, ότι η ΕΚΤ δεν είχε αρμοδιότητα να επιβάλει υποχρέωση στους κεντρικούς
αντισυμβαλλομένους σχετικά με τον τόπο εγκατάστασής τους.
Με τη σημερινή απόφασή
του, το Γενικό Δικαστήριο ακυρώνει το
πλαίσιο του Ευρωσυστήματος για την επίβλεψη, καθόσον επιβάλλει στους κεντρικούς
αντισυμβαλλομένους που παρεμβαίνουν στην εκκαθάριση χρηματοπιστωτικών τίτλων
υποχρέωση εγκαταστάσεως σε κράτος μέλος του Ευρωσυστήματος.
Το Γενικό Δικαστήριο,
διαπιστώνοντας ότι η υποχρέωση αυτή υπερβαίνει τα όρια της απλής επίβλεψης και
αποτελεί μέρος της ρυθμίσεως της δραστηριότητάς τους, κρίνει ότι η ΕΚΤ δεν έχει
την απαιτούμενη αρμοδιότητα προς ρύθμιση της δραστηριότητας των συστημάτων
εκκαθαρίσεως τίτλων, δεδομένου ότι η αρμοδιότητά της περιορίζεται κατά το άρθρο
127, παράγραφος 2, της Συνθήκης ΛΕΕ μόνο στα συστήματα πληρωμών. Ως εκ τούτου, ελλείψει
ρητής μνείας της εκκαθαρίσεως τίτλων στο άρθρο 22 του καταστατικού, ο όρος
«συστήματα συμψηφισμού και πληρωμών» έχει την έννοια ότι η ΕΚΤ έχει αρμοδιότητα
εκδόσεως κανονισμών με σκοπό την εξασφάλιση αποτελεσματικών και υγιών
συστημάτων πληρωμών, μεταξύ των οποίων συγκαταλέγονται και εκείνα που
περιλαμβάνουν στάδιο συμψηφισμού, και όχι ότι της ανατίθεται αυτοτελής
αρμοδιότητα ρυθμίσεως όλων των συστημάτων εκκαθαρίσεως.
Στη συνέχεια, το Γενικό
Δικαστήριο απορρίπτει την επιχειρηματολογία της ΕΚΤ κατά την οποία το καθήκον που
της αναθέτει η Συνθήκη ΛΕΕ για την προώθηση της ομαλής λειτουργίας των
συστημάτων πληρωμών συνεπάγεται κατά λογική αναγκαιότητα ότι έχει την
αρμοδιότητα να ρυθμίζει τη δραστηριότητα των υποδομών εκκαθάρισης τίτλων. Το
Γενικό Δικαστήριο κρίνει ότι στην ΕΚΤ εναπόκειται, εάν εκτιμά ότι η εξουσία
αυτή είναι αναγκαία για την ορθή εκπλήρωση του ως άνω καθήκοντος, να ζητήσει
από τον νομοθέτη της Ένωσης βάσει του άρθρου 129, παράγραφος 3, της Συνθήκης
ΛΕΕ να τροποποιήσει το άρθρο 22 του καταστατικού, προσθέτοντας ρητή μνεία των
συστημάτων εκκαθαρίσεως τίτλων.
[1] Τα συστήματα εκκαθάρισης μέσω κεντρικών αντισυμβαλλομένων εκκαθαρίζουν
ορισμένες συναλλαγές επί εξωχρηματιστηριακών παραγώγων, αναλαμβάνοντας τον
κίνδυνο των συμβαλλομένων μερών στη συναλλαγή και τη διαχείρισή του.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου