Κατά τον κανονισμό για
το κοινοτικό σήμα[1], δεν καταχωρίζονται ως κοινοτικά σήματα τα σημεία
που δηλώνουν, είτε άμεσα είτε με μνεία ενός ουσιώδους χαρακτηριστικού τους, το
προϊόν ή την υπηρεσία για το οποίο ζητείται η καταχώριση.
Οι όροι HALLOYMI και ΧΑΛΛΟΥΜΙ
προσδιορίζουν ένα ιδιαίτερο είδος τυριού της Κύπρου, το οποίο παράγεται με
συγκεκριμένο τρόπο και έχει ιδιαίτερη γεύση, υφή και μαγειρικές ιδιότητες.
Το 2013, η Κυπριακή
Δημοκρατία ζήτησε από το Γραφείο Εναρμονίσεως στο πλαίσιο της Εσωτερικής Αγοράς
(ΓΕΕΑ) την καταχώριση των σημείων HALLOUMI και XAΛΛOYMI ως σημάτων για τυρί,
γάλα και γαλακτοκομικά προϊόντα.
Το ΓΕΕΑ απέρριψε
τις αιτήσεις καταχωρίσεως
με την αιτιολογία ότι τα επίμαχα σημεία προσδιόριζουν
ένα ιδιότυπο τυρί της Κύπρου και περιγράφουν επομένως άμεσα, όσον αφορά το
κυπριακό κοινό, τα χαρακτηριστικά των προϊόντων τα οποία αφορούσαν οι αιτήσεις
καταχωρίσεως των σημάτων, ήτοι τον τύπο και τη γεωγραφική προέλευση του
συγκεκριμένου τυριού, γάλακτος και γαλακτοκομικών προϊόντων, και ότι ως εκ
τούτου δεν έχουν διακριτικό χαρακτήρα κατά την έννοια του κανονισμού για το
κοινοτικό σήμα.
Η Κυπριακή
Δημοκρατία προσέφυγε ενώπιον του Γενικού Δικαστηρίου της Ευρωπαϊκής Ένωσης ζητώντας
την ακύρωση των αποφάσεων του ΓΕΕΑ.
Με τη σημερινή απόφασή
του, το Γενικό Δικαστήριο απορρίπτει τις προσφυγές της Κυπριακής
Δημοκρατίας και επικυρώνει τις αποφάσεις
με τις οποίες απορρίφθηκαν οι αιτήσεις καταχωρίσεως των σημείων HALLOUMI και XAΛΛOYMI ως κοινοτικών σημάτων. Κρίνει ότι δεν είναι δυνατή
η καταχώριση των επίμαχων σημάτων επειδή είναι περιγραφικά, όσον αφορά το
κυπριακό κοινό, των προϊόντων για τα οποία ζητήθηκε η καταχώριση.
Το Γενικό Δικαστήριο
απορρίπτει επίσης τον ισχυρισμό ότι ο κανονισμός για το κοινοτικό σήμα
επιτρέπει την καταχώριση σημάτων πιστοποίησης. Υπενθυμίζει ότι ο κανονισμός αυτός δεν προβλέπει την καταχώριση
σημάτων πιστοποίησης ούτε, συνεπώς, και την προστασία τους. Για να
καταχωριστούν τέτοια σήματα, πρέπει να
κατατεθούν ως ατομικά σήματα και να
μην συντρέχει ως προς αυτά κανένας από τους απόλυτους λόγους απαραδέκτου που
προβλέπει ο κανονισμός για το κοινοτικό σήμα.
ΥΠΟΜΝΗΣΗ: Κατά της αποφάσεως
του Γενικού Δικαστηρίου μπορεί να ασκηθεί αναίρεση, περιοριζόμενη σε νομικά
ζητήματα, ενώπιον του Δικαστηρίου, εντός δύο μηνών από της κοινοποιήσεώς της.
ΥΠΟΜΝΗΣΗ: Η προσφυγή
ακυρώσεως αποσκοπεί στην ακύρωση πράξεων των οργάνων της Ένωσης που αντιβαίνουν
στο δίκαιο της Ένωσης. Υπό ορισμένες προϋποθέσεις, τα κράτη μέλη, τα όργανα της
Ένωσης και οι ιδιώτες μπορούν να ασκήσουν προσφυγή ακυρώσεως ενώπιον του
Δικαστηρίου ή του Γενικού Δικαστηρίου. Αν η προσφυγή είναι βάσιμη, η πράξη
ακυρώνεται. Το καθού όργανο της Ένωσης οφείλει να καλύψει το ενδεχόμενο κενό
δικαίου που δημιουργεί η ακύρωση της πράξεως.
[1] Κανονισμός (ΕΚ) 207/2009 του Συμβουλίου, της 26ης Φεβρουαρίου 2009, για το
κοινοτικό σήμα (EE L 78, σ. 1).
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου